ΤΣΙΜΕΝΤΟ
Το τσιμέντο (απ’ το Αγγλικό cement) είναι η συνδετική
ύλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή
σκυροδέματος, κονιαμάτων, υλικών αρμολόγησης κτλ.
σε κάθε είδος κατασκευής.
• Οι ρίζες του τσιμέντου μπορεί να ανιχνευτούν στους
αρχαίους Ελληνικούς και Ρωμαϊκούς χρόνους, αλλά το
σύγχρονο τσιμέντο ουσιαστικά εφευρέθηκε το 1824
από τον Άγγλο J. Aspdin που συνέθεσε τεχνητά μια
συνδετική κονία, που είχε τις ίδιες ιδιότητες με τη
γνωστή τότε κονία των ορυχείων Portland στην Αγγλία.
Έτσι επικράτησε ο όρος Portland τσιμέντο που είναι
υδραυλική κονία, δηλαδή πήζει και σκληραίνει με την
παρουσία νερού.
Σύμφωνα με τη Βρετανική προδιαγραφή BS 12:1991 -που ακολουθεί τις προτάσεις της CEN για τα Ευρωπαϊκά πρότυπα για τα τσιμέντα - το τσιμέντο είναι μια υδραυλική συνδετική κονία η οποία είναι λεπτά διαμερισμένο ανόργανο υλικό που σε ανάμιξη με νερό σχηματίζει μια «πάστα» η οποία πήζει και σκληραίνει μέσω αντιδράσεων και διεργασιών ενυδάτωσης και μετά τη σκλήρυνση επανακτά την αντοχή και τη σταθερότητα ακόμα και μέσα στο νερό. Η σπουδαιότητα του τσιμέντου ως δομικό υλικό είναι εμφανής στην καθημερινή ζωή αποτελώντας με τα προϊόντα του - σκυρόδεμα, επιχρίσματα κλπ. - το δείκτη της τεχνολογικής ανάπτυξης της εποχής μας παράλληλα με την κατανάλωση των προϊόντων του χάλυβα.
Το τσιμέντο Portland παράγεται βασικά από ασβεστολιθικά και αργιλικά πετρώματα των οποίων τα κύρια συστατικά είναι οξείδια του ασβεστίου και πυριτίου που όταν θερμανθούν σε υψηλές θερμοκρασίες‚ σχηματίζουν τις υδραυλικές πυριτικές ενώσεις του ασβεστίου που είναι δραστικά στοιχεία του τσιμέντου. Σήμερα έχει επικρατήσει η ξηρά μέθοδο παραγωγής του τσιμέντου όπου η φάση της άλεσης και της τροφοδοσίας γίνεται “εν ξηρώ” σε σύγκριση με την υγρή μέθοδο όπου η φάση αυτή γινόταν με τη μορφή υδάτινων αιωρημάτων (αυξημένη κατανάλωση ενέργειας).
Στάδια Παραγωγής Τσιμέντου
Σύμφωνα με τη Βρετανική προδιαγραφή BS 12:1991 -που ακολουθεί τις προτάσεις της CEN για τα Ευρωπαϊκά πρότυπα για τα τσιμέντα - το τσιμέντο είναι μια υδραυλική συνδετική κονία η οποία είναι λεπτά διαμερισμένο ανόργανο υλικό που σε ανάμιξη με νερό σχηματίζει μια «πάστα» η οποία πήζει και σκληραίνει μέσω αντιδράσεων και διεργασιών ενυδάτωσης και μετά τη σκλήρυνση επανακτά την αντοχή και τη σταθερότητα ακόμα και μέσα στο νερό. Η σπουδαιότητα του τσιμέντου ως δομικό υλικό είναι εμφανής στην καθημερινή ζωή αποτελώντας με τα προϊόντα του - σκυρόδεμα, επιχρίσματα κλπ. - το δείκτη της τεχνολογικής ανάπτυξης της εποχής μας παράλληλα με την κατανάλωση των προϊόντων του χάλυβα.
Το τσιμέντο Portland παράγεται βασικά από ασβεστολιθικά και αργιλικά πετρώματα των οποίων τα κύρια συστατικά είναι οξείδια του ασβεστίου και πυριτίου που όταν θερμανθούν σε υψηλές θερμοκρασίες‚ σχηματίζουν τις υδραυλικές πυριτικές ενώσεις του ασβεστίου που είναι δραστικά στοιχεία του τσιμέντου. Σήμερα έχει επικρατήσει η ξηρά μέθοδο παραγωγής του τσιμέντου όπου η φάση της άλεσης και της τροφοδοσίας γίνεται “εν ξηρώ” σε σύγκριση με την υγρή μέθοδο όπου η φάση αυτή γινόταν με τη μορφή υδάτινων αιωρημάτων (αυξημένη κατανάλωση ενέργειας).
- Μεταφορά και θραύση πρώτων υλών (<30mm).
- Αναλογική τροφοδοσία και άλεση σε λεπτό διαμερισμό θραυστών πρώτων υλών προς παραγωγή της “φαρίνας”(~40μm).
- Όπτιση σε περιστρεφόμενους μεταλλικούς κυλίνδρους της «φαρίνας» (που έχει ήδη προοδευτικά θερμανθεί στους προθερμαντήρες μέχρι τους 900οC) για δύο ώρες σε θερμοκρασίες που αυξανόμενες φτάνουν μέχρι τους 1500οC (παραγωγή του κλίνκερ).
- Ψύξη και συνάλεση του κλίνκερ με μικρό ποσοστό γύψου ή και άλλων προσθέτων προς παραγωγή του τσιμέντου (διαμέτρου κόκκων: 2-80 μm μέσης διαμέτρου 20μm και με ειδική επιφάνεια περίπου 300 m2 /kg).
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου